Wednesday, August 11, 2010

Το χρονικό ενός κατουρήματος


Το έφεραν οι περιστάσεις και έπρεπε είτε να πάω σε ξενοδοχείο, είτε κάποιος να με φιλοξενήσει για μερικές μέρες, εως ότου μετακομίσω στο νέο μου διαμέρισμα. Προσφέρθηκαν να μου δώσουν ένα δωμάτιο γι' αυτές τις πέντε μέρες ο πρώην επιβλέπων καθηγητής μου και η γυναίκα του. Ήταν η τελευταία νύχτα στο σπίτι τους. Και για τους δύο πολύ κουραστική μέρα, έχουν και έναν μπέμπη - οκτώ μηνών, με του οποίου το ωράριο πρέπει να προσαρμόζον, οπότε πήγαν να ξαπλώσουν από νωρίς, γύρω στις έντεκα. Ευγενέστατοι όπως πάντα, μου είπαν να κάνω το πρόγραμμά μου και να μείνω ξύπνιος όσο θέλω και μπήκαν στο δωμάτιό τους να κοιμηθούν. Τότε συνειδητοποίησα ότι, απασχολημένος με διάφορα, είχα αφήσει τη φύση να καλέι εδώ και ώρα και έπρεπε να πάω για κατούρημα το συντομότερο, ένας λόγος παραπάνω που η τουαλέτα είναι κολλητά με το υπνοδωμάτιό τους και αν πήγαινα αργότερα, μπορεί να ξυπνούσα κάποιον με τα φώτα και τα καζανάκια. Μπήκα στη τουαλέτα, ξεβρακώθηκα και έκατσα ώστε να κάνω λιγότερο θόρυβο. Η τουαλέτα επικοινωνεί επίσης με το υπνοδωμάτιό τους μέσω μιας πόρτας την οποία έβλεπα μπροστά μου στο ένα περίπου μέτρο. Ήμουν έτοιμος να αρχίσω το κατούρημα, όταν άκουσα ξαφνικά τα επικλίνια καληνυχτίσματα τα οποία ψιθύρισε ο καθηγητής μου στη σύζυγό του. Ψίθυροι, μα εντελώς ξεκάθαροι· η πόρτα που διαχώριζε τα δύο δωμάτια δεν έλεγε και πολλά από ηχομόνωση. Κούνησα λίγο και συνειδητοποίησα ότι το θρόισμα που έκαναν τα ξεβρακωμένα μου, δεν ήταν λιγότερο δυνατό από τον ψίθυρο του καθηγητού. Εκείνη τη στιγμή, λίγο πριν την επίσκεψη του Μορφέα, όταν όλα είναι τόσο ήρεμα ώστε ο παραμικρός ήχος εντυπώνεται στο μυαλό μέχρις ώτου να ακουστεί κάτι άλλο ή να επέλθει η λήθη, το μόνο που άκουγε ο καθηγητής μου ήμουν εγώ. Έβηξα λίγο, πιο πολύ για να καθαρίσω τις σκέψεις αυτές παρά το λαιμό μου, και ο βήχας μου αντήχησε -βροντερός θαρρείς- με τη χαρακτηριστική ηχώ που διαθέτουν η τουαλέτες και έσβησε ξανά μέσα στη σιωπή. Προσπάθησα να αρχίσω το κατούρημα, αλλά πάνω στο σφίξιμο ένοιωσα να 'ρχεται ηχηρή η κλανιά. Kόμπλαρα: ο πρωκτός έκλεισε σπασμωδικά και το κατούρημα ακυρώθηκε μέχρι νεωτέρας. Μερικά αργά λεπτά πέρασαν στην ίδια σιωπή. Δεν είχα κατουρήσει ακόμη. Ο καθηγητής μου πιθανόν αναρωτιόταν εδώ και ώρα τι στο διάολο κάνω εκεί μέσα.


Εφιαλτικές αναμνήσεις κατέκλησαν το μυαλό μου: οικογενειακή εκδρομή και στάση για κατούρημα. Τα φλάς του παλιού μας Honda φωτίζουν σε δόσεις τη σκοτεινή νύκτα και το δέντρο πίσω από το οποίο στέκομαι παραμένει για πάντα ακατούρητο. Πάλι δε μου βγαίνουν, θα τα κρατήσω μέχρι το σπίτι. Κατασκήνωση. Χτύπημα στην πόρτα της τουαλέτας. "Αντε ρε Γιώργο, όλοι εσένα περιμένουν για να ξεκινήσουμε την ορειβασία". Πάλι δε μου βγαίνουν, θα τα κρατήσω μέχρι την κορυφή της κορακοφωλιάς. Φοιτητική εστία στο Στρασβούργο. Καθισμένος στη λεκάνη της οποίας την επιφάνεια μόλις καθάρισα με αντισηπτικό πανάκι. Το διαχωριστικό ψηλά, ίσαμε μισό μέτρο. Στη διπλανή τουαλέτα έρχεται και κάθεται ένας τυπάς  αρχίζοντας σχεδόν αμέσως την αφόδευση. Κομπλάρω. Πάλι δε μου βγαίνουν, θα τα κρατήσω μέχρι την επίσκεψη στον Καθεδρικό, όλο και καμιά τουαλέτα θα έχει τριγύρω.

Πανεπιστήμιο. Ο καθηγητής εξηγεί περίπλοκα μαθηματικά στον πίνακα.

Πάλι δε μου βγαίνουν. Θα τα κρατήσω μέχρι.. Μέχρι;


Έκλεισα τα μάτια και τα αυτιά μου με τα δάκτυλα. Αυτό μου προκαλεσε ένα βουητό και σκέφτηκα ότι είναι ο ήχος της θάλασσας. Ναι, ήμουν δίπλα στον ωκεανό, σε μια παραλία με άσπρη άμμο και ο ήλιος έκαιγε ψηλά στον ολοκάθαρο ουρανό. Δεν υπήρχε καθηγητής, δεν υπήρχε σύζηγος καθηγητού, μωρό, διαμέρισμα.. Οι μύες χαλάρωσαν και ένοιωσα τον πρώτο σπασμό του πέους πριν το κατούρημα. Ο ήλιος έλαμπε και 'γω χαμογελούσα στην προσμονή της επικείμενης ανακούφισης. Ξαφνικά, μέσα από την καταγάλανη θάλασσα βγήκε ο καθηγητής. "Τ'ακούω όλα", μου είπε αυστηρά, "δεν έχεις κατουρήσει ακόμα και κάθεσαι εκεί μέσα εδώ και δέκα λεπτά, τι στο καλό κάνεις;!". Άνοιξα τα μάτια και ήμουν πάλι στο διαμέρισμα. Ο καθηγητής ήταν δίπλα, με τη γυναίκα του και άκουγαν τα πάντα. Κατουριόμουν. Αλλά πάλι δε μου 'βγαιναν. Έκλεισα ξανά τα μάτια, αλλά δεν ήμουν πια στην παραλία. Κάθησα άπρακτος στην ίδια λεκάνη που κάθομουν και τα προηγούμενα δέκα λεπτά.

Ήταν ανώφελο. Σηκώθηκα και σωβρακώθηκα. Να τραβήξω καζανακι; Μα αφού ήξερε ότι δεν κατούρησα, οπότε ασ' το. Ή μήπως ήταν όλα ιδέα μου, δεν το ήξερε και θα έκανα άσχημη εντύπωση αν νόμιζε ότι άφησα κατουρημένα; Τελικά δεν τράβηξα και βγήκα έξω. Κάθησα στο κρεβάτι και προσπάθησα να κοιμηθώ. Μάταια. Κατουριόμουν. Άλλαξα μερικές στάσεις στο κρεβάτι μπας και το κάνω πιο υποφερτό, αλλά τίποτα φυσικά δεν άλλαξε. Θα πήγαινα μήπως αργότερα; Κι αν τους ξυπνούσα με το καζανάκι;!

Πάλι δε μου βγαίνουν.. Κατουριέμαι.. Θα τα κρατήσω μέχρι.. Μέχρι.. Αύριο;!

No comments:

Post a Comment